(πολλά από τα στοιχεία του κειμένου αντλήθηκαν από την ομιλία της καθ. Μαρίνας Οικονόμου στο 8ο Πανελλήνιο Συνέδριο ΕΣΔΥ «Οικονομία και Υγεία σε Κρίση: Αδιέξοδα και Υπερβάσεις» – 12/2012)
Ο όρος depression χρησιμοποιείται τόσο στην οικονομία (εκ του de – primere = συνθλίβω, πιέζω προς τα κάτω), για να περιγράψει την φθίνουσα πορεία της οικονομίας, την κρίση και την οικονομική υποτίμηση, αλλά και στην Ψυχιατρική για να περιγράψει την Κατάθλιψη. Η Κατάθλιψη προβλέπεται σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας, ότι το 2020 θα είναι η δεύτερη νόσος παγκοσμίως (μετά τα καρδια-αγγειακά νοσήματα) ως προς την επιβάρυνση του ατόμου και της οικογένειας του, αλλά η πρώτη με αυτά τα χαρακτηριστικά στις ανεπτυγμένες χώρες. Είναι κοινός επιστημονικός τόπος πλέον ότι πλην των βιολογικών παραμέτρων (κληρονομικών και επίκτητων) για την ανάπτυξη της κατάθλιψης, σημαντικό ρόλο παίζουν το περιβάλλον, η κοινωνική και η οικονομική κατάσταση τόσο του ατόμου, όσο και γενικότερα.
Από τα μέχρι πρόσφατα επιδημιολογικά δεδομένα, οι γυναίκες πάσχουν από κατάθλιψη σε ποσοστό διπλάσιο από τους άνδρες. Όμως και αυτός ο συσχετισμός φαίνεται πλέον να αλλάζει υπό την πίεση της Κρίσης.
Ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας (Π.Ο.Υ.) εξέδωσε ένα φυλλάδιο που αναφέρεται στις Συνέπειες της Οικονομικής Κρίσης στην Ψυχική Υγεία (Impact of economic crisis on Mental Health) και συνδέει κάποιους παράγοντες της Οικονομικής Κρίσης με παράγοντες της Ψυχικής Υγείας. Η οικονομική κρίση σύμφωνα με τον ΠΟΥ επιφέρει κάποιες αλλαγές στο μακρο-οικονομικό περιβάλλον (μείωση των θέσεων εργασίας, αυξανόμενα οικογενειακά χρέη, ανισότητες στο εισόδημα κλπ). Οι σύγχρονοι λοιπόν παράγοντες κινδύνου για την ανάπτυξη της Κατάθλιψης, είναι σύμφωνα με τον ΠΟΥ η ανεργία, η φτώχεια, η περιορισμένη πρόσβαση στις δημόσιες υπηρεσίες υγείας κλπ.
Ποιοι πλήττονται από την Κρίση: Τα άτομα με χαμηλό εισόδημα έχουν μεγαλύτερες πιθανότητες ανάπτυξης ψυχικής διαταραχής. Το χαμηλό εισόδημα σε συνδυασμό με τα χρέη επίσης συνδέονται με την ανάπτυξη ψυχικών νοσημάτων και η παρατήρηση είναι ότι ο παράγων «Χρέη» υπερισχύει του παράγοντα «Φτώχεια». Οι παράγοντες λοιπόν αυτοί θεωρούνται ως σοβαρά ψυχοπιεστικά-ψυχοτραυματικά γεγονότα, που έχουν ως αποτέλεσμα επίδραση στην ψυχική υγεία.
Πρόσφατη έρευνα σε 8500 άτομα στην Μεγ. Βρετανία, καταδεικνύει την άμεση συσχέτιση της κακής ψυχικής υγείας με το μέγεθος (ύψος) των χρεών. Οι άνεργοι νέοι, επίσης έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα για ανάπτυξη ψυχικού νοσήματος σε σχέση με τους νέους εργαζόμενους.
Οι άνδρες πλέον νοσούν συχνότερα απ’ότι στο παρελθόν από Κατάθλιψη και μάλιστα στις πιο σοβαρές μορφές της, που συχνά συμπεριλαμβάνουν και τον αυτοκτονικό ιδεασμό ή την υιοθέτηση επικίνδυνων και εν δυνάμει αυτοκαταστροφικών συμπεριφορών (π.χ. υπέρμετρη χρήση αλκοόλ, τοξικών ουσιών, επικίνδυνη οδήγηση, άλλες επικίνδυνες δραστηριότητες κλπ).
Πρόσφατη καναδική έρευνα (2010) ανάμεσα σε άτομα που είχαν εργασία, κατέδειξε αύξηση επεισοδίων Κατάθλιψης, αλλά και εμφάνισης Δυσθυμίας, μετά το ξέσπασμα της οικονομικής Κρίσης στην Β. Αμερική (2008), που ερμηνεύεται με τον φόβο διατήρησης της εργασίας σε περιβάλλον Κρίσης και της ανασφάλειας που προκαλείται από την απειλή της απόλυσης. Ας σημειωθεί ότι το Άγχος μετατρέπεται σε ιδιαίτερα τοξικό όταν αγνοούμε την έκβαση των πραγμάτων, ενώ είναι καλύτερα διαχειρίσιμο όταν η έκβαση ή τα αποτελέσματα μιας μελλοντικής κατάστασης είναι πάνω-κάτω γνωστά.
Παρόμοια είναι και τα αποτελέσματα ερευνών στο Χονγκ-Κονγκ (2007-2009), μετά το ξέσπασμα της Κρίσης στις χώρες της Ν.Α. Ασίας, όπου διαφαίνεται μια στατιστικά σημαντική αύξηση στα επεισόδια Μείζονος Καταθλιπτικής διαταραχής.
Οι ερευνητές των πανεπιστημίων του Σαουθάμπτον και του Κίνγκστον, με επικεφαλής τον ψυχολόγο Τόμας Ρίτσαρντσον, σε σχετική δημοσίευση στο περιοδικό κλινικής ψυχολογίας “Clinical Psychology Review“, έκαναν μια συστηματική συγκριτική αξιολόγηση (μετα-ανάλυση) όλων των έως τώρα δημοσιευμέννων ερευνών πάνω στο ζήτημα (65 σε αριθμό), οι οποίες αφορούσαν συνολικά σχεδόν 34.000 άτομα.
Η μελέτη έδειξε ότι λιγότερο από το 9% όσων δεν εμφάνιζαν κανένα ψυχικό πρόβλημα, δεν είχαν χρέη, ενώ πάνω από το 25% των χρεωμένων ανθρώπων είχαν κάποιο ψυχολογικό πρόβλημα. Επίσης, όπως διαπιστώθηκε, όσοι έχουν χρέη, είναι πολύ πιθανότερο να υποφέρουν από κατάθλιψη, εξάρτηση από ναρκωτικά και άλλες ουσίες, καθώς και από ψύχωση. Ακόμα, όσοι αυτοκτονούν, είναι πιθανότερο να αντιμετώπιζαν χρέη.
Ο δρ Ρίτσαρτσον επεσήμανε πως «η έρευνα δείχνει ότι υπάρχει στενή συσχέτιση ανάμεσα στο χρέος και στην ψυχική – διανοητική υγεία, αν και είναι δύσκολο να πει κανείς ποιό προκαλεί ποιο; Μπορεί το χρέος να επιδεινώνει την ψυχική υγεία λόγω του στρες που προκαλεί, αλλά μπορεί επίσης οι άνθρωποι με ψυχολογικά προβλήματα να είναι πιο επιρρεπείς στη δημιουργία χρεών, λόγω π.χ. της ασταθούς απασχόλησής τους. Δεν αποκλείεται εξάλλου η σχέση χρέους – ψυχικής υγείας να επιδρά αμφίδρομα. Για παράδειγμα, οι άνθρωποι με κατάθλιψη ίσως δυσκολεύονται να τα βγάλουν πέρα οικονομικά, με συνέπεια να χρεώνονται, πράγμα που, στη συνέχεια, τους βυθίζει περαιτέρω στην κατάθλιψη».
Στην Ελλάδα, οι πρώτες σοβαρές έρευνες για την Κατάθλιψη χρονολογούνται από το 1978 (καθ. Μαδιανός), όπου η επικράτηση της Κατάθλιψης ανήρχετο στο 3,6% στο γενικό πληθυσμό, ενώ το 1984 το ποσοστό ανήλθε στο 5,4%. Μετά από μακρύ διάστημα χωρίς επιδημιολογικές έρευνες, το ΕΠΙΨΥ διενεργεί 3 συνεχόμενες μελέτες (2008, 2009, 2011) με στόχο την αποτύπωση της επικράτησης της Μείζονος Καταθλιπτικής Διαταραχής και της Γενικευμένης Αγχώδους Διαταραχής στο Ελληνικό Πληθυσμό. Εκτός από την διερεύνηση των τυχόν αλλαγών, ο στόχος επικεντρώθηκε επίσης να διαπιστωθεί η σχέση της Οικονομικής Κρίσης με την εμφάνιση μείζονος ψυχιατρικής συμπτωματολογίας. Ένα από τα εργαλεία που χρησιμοποιήθηκαν στις έρευνες, ήταν και η Κλίμακα Προσωπικής Οικονομικής Δυσχέρειας (διερεύνηση των δυσκολιών του ατόμου να ανταπεξέλθει στις βασικές οικονομικές του υποχρεώσεις).
Τα συμπεράσματα: Διαπιστώθηκε η ευθεία συσχέτιση της οικονομικής δυσπραγίας με την εμφάνιση σοβαρής ψυχικής διαταραχής (κυρίως Μείζονος Κατάθλιψης). Η επικράτηση της Μείζονος Κατάθλιψης (το ποσοστό εμφάνισης στον γενικό πληθυσμό) αυξήθηκε δραματικά από 3,3% το 2008, στο 6,8% (2009) και στο 8,2% (2011). Στην υποερώτηση «Πόσο νιώθετε πεσμένος και χωρίς διάθεση στο μεγαλύτερο μέρος της ημέρας» (ένδειξη για το βάθος και την σοβαρότητα της Κατάθλιψης), οι απαντήσεις ήταν στο 47% (2009) και 54% (2011). Οι μεγαλύτερες αυξήσεις στα ποσοστά εμφάνισης της Κατάθλιψης στους άνδρες και μάλιστα με αυξημένη προοπτική, εμφανίζονται στις ηλικίες 25-44 και 55-64, στους έγγαμους, στους έχοντες ανώτερη μόρφωση (ΑΕΙ), κυρίως στην περιοχή της Αθήνας και στους εργαζόμενους (οι οποίοι ζουν την ανασφάλεια της απόλυσης).
Ιδιαίτερα χαρακτηριστική είναι η αύξηση του ποσοστού που έχουν οι θετικές απαντήσεις στην Κλίμακα Προσωπικής Οικονομικής Δυσχέρειας και σαν αποτέλεσμα υπάρχει τριπλασιασμός της συσχέτισης θετικών απαντήσεων στην Κλίμακα, με την εμφάνιση Μείζονος Καταθλιπτικής Διαταραχής.
Μελέτη του Ερευνητικού Πανεπιστημιακού Ινστιτούτου Ψυχικής Υγιεινής (ΕΠΙΨΥ) του Πανεπιστημίου Αθηνών που πραγματοποιήθηκε σε τυχαίο αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού το Μάιο του 2013, έδειξε ότι η μηνιαία επικράτηση της μείζονος κατάθλιψης, εκείνης δηλαδή που χρήζει άμεσα θεραπείας, ανέρχεται για το 2013 σε ποσοστό 12,3% του ελληνικού πληθυσμού.
Με βάση τα στοιχεία των ερευνητών συγκριτικά με το 2011, περίπου 12 στους 100 κατοίκους της χώρας βρέθηκαν να πληρούν τα κλινικά κριτήρια της μείζονος κατάθλιψης.
Σε σύγκριση με το αντίστοιχο ποσοστό του 2011 (8,2%), το ποσοστό του 2013 άγγιξε το 12,3%, και είναι εμφανές ότι παρουσιάζει ποσοστιαία αύξηση 50%.
Η νέα έρευνα επιβεβαιώνει προηγούμενες μελέτες του ΕΠΙΨΥ που αποτυπώνουν μια συνεχή και ανησυχητική αύξηση της μείζονος κατάθλιψης στον ελληνικό πληθυσμό, από 3,3% το 2008 σε 6,8% το 2009 και 8,2% το 2011.
Από τα δεδομένα της έρευνας του 2013 προκύπτει ότι οι ομάδες του πληθυσμού στις οποίες καταγράφηκε μεγαλύτερη επικράτηση της κλινικής μείζονος κατάθλιψης ήταν οι γυναίκες, οι ηλικιακές ομάδες των 35-44 και των 55-64 ετών, τα άτομα με χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο, τα άτομα με εισόδημα 0-400 ευρώ, οι άνεργοι και οι υποαπασχολούμενοι.
Ειδικότερα οι γυναίκες φαίνεται πως πλήττονται από κατάθλιψη σε μεγαλύτερο ποσοστό (15,6%) σε σχέση με τους άνδρες (9%). Επίσης η επικράτηση της κατάθλιψης παρουσιάζεται υψηλότερη στα άτομα με χαμηλό εκπαιδευτικό επίπεδο (20,9%) και μικρότερη σε αυτά με ανώτερο/ανώτατο εκπαιδευτικό επίπεδο (7,2%).
Σε ότι αφορά στο εισόδημα, ο ένας στους δύο Έλληνες (50%) με οικογενειακό εισόδημα χαμηλότερο των 400 ευρώ πληροί τα κριτήρια της μείζονος κατάθλιψης ενώ σχετικά με την εργασιακή κατάσταση, οι άνεργοι σε ποσοστό 19,8% βρέθηκαν να πληρούν τα διαγνωστικά κριτήρια της μείζονος κατάθλιψης, ποσοστό υπερδιπλάσιο από το αντίστοιχο των ατόμων που εργάζονται (9,8%).
Αυτοκτονίες στην Ελλάδα
Δυστυχώς εδώ δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία και μάλιστα με ευθύνη του Υπ. Προστασίας του Πολίτη. Έτσι, τα αρχικά νούμερα που είχε δώσει το Υπουργείο στα μέσα του 2012 ήταν:
2009 – 507 τελεσθείσες αυτοκτονίες, 2010 – 622, (έως και) 10/12/2011 – 598, ενώ το ίδιο το Υπουργείο, λίγους μήνες αργότερα δίνει άλλα στοιχεία τον 11/2012 ως εξής: 2009 – 677 τελεσθείσες αυτοκτονίες, 2010 – 830, 2011 – 927, (έως και) 28/8/2012 – 690 (!!!)
Ο Γκάντι είπε ότι «η Φτώχεια είναι η χειρότερη μορφή Βίας», που τελικώς είτε εξωτερικεύεται με την ανάπτυξη της εγκληματικότητας, είτε εσωτερικεύεται με την αυτοκτονία. Ο Π.Ο.Υ. προτείνει προγράμματα ενίσχυσης της ενεργούς στήριξης της απασχόλησης. Τι γίνεται όμως στην Χώρα μας;
– Προγράμματα οικογενειακής υποστήριξης ευπαθών ομάδων;; (πολλά ερωτηματικά), ενίσχυση των προγραμμάτων Κοινωνικού Αποκλεισμού (τουναντίον τα ήδη τρέχοντα προγράμματα υπολειτουργούν ή έχουν αναστείλει την λειτουργία τους, λόγω έλλειψης πόρων).
– Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας για άτομα που ανήκουν σε ομάδες υψηλού κινδύνου για την ανάπτυξη ψυχικών διαταραχών; (πολλά ερωτηματικά), με ταυτόχρονη τιμολογιακή πολιτική στο φάρμακο (στην προκειμένη περίπτωση τα αντικαταθλιπτικά), ώστε να μην διακόπτεται λόγω οικονομικής δυσπραγίας η φαρμακευτική αγωγή (μικρά βήματα προς αυτήν την κατεύθυνση).
– Προγράμματα ελάφρυνσης των Χρεών; (πολλά ερωτηματικά).