Ο αντίκτυπος της πανδημίας στην ψυχική υγεία του πληθυσμού

Ο αντίκτυπος της πανδημίας στην ψυχική υγεία του πληθυσμού

… χωρών χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος: ανάγκη επαναπροσδιορισμού σε παγκόσμιο επίπεδο

Κωνσταντίνος Νικ. Συρίγος

Οι χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος (ΧΧΜΕ) συγκεντρώνουν το μεγαλύτερο μέρος του παγκόσμιου πληθυσμού και ιστορικά λαμβάνουν ένα μικρό μόνο μέρος των παγκόσμιων πόρων για την ψυχική υγεία.

Διαχρονικά γίνονται μελέτες για το επίπεδο της ψυχικής υγείας των πληθυσμών ανά τον κόσμο αλλά ιδιαίτερα τώρα η προσπάθεια αυτή εντάθηκε καθώς η πανδημία του SΑRS-CoV-2 εξαπλώθηκε ραγδαία σε πολλές από αυτές τις χώρες έχοντας σοβαρό αντίκτυπο στην ψυχική υγεία των πολιτών τους.

Σημαντικοί παράγοντες κινδύνου θνησιμότητας από την λοίμωξη COVID-19, όπως ο  διαβήτης, οι καρδιακές παθήσεις και διάφορες συννοσηρότητες, είναι όλο και πιο συχνές στις χώρες με χαμηλό ή μεσαίο εισόδημα, ειδικά μεταξύ ατόμων με χαμηλότερο εκπαιδευτικό επίπεδο. Παρά την χαμηλότερη μέση ηλικία των πληθυσμών σε αυτές τις χώρες σε σύγκριση με αυτές με υψηλό εισόδημα, ο υψηλός επιπολασμός τέτοιων νοσημάτων και την συννοσηρότητας αλλά και τα χαμηλά επίπεδα πρόσβασης σε καθολική κάλυψη υγείας, σχηματίζουν μια ανησυχητική εικόνα όσον αφορά τη δυνατότητα απώλειας ζωών από την πανδημία.

Πρόσφατα δημοσιεύθηκε στο έγκριτο επιστημονικό περιοδικό THE LANCET Psychiatry, μία πολύ ενδιαφέρουσα ανασκόπηση, η οποία εξετάζει τις επιπτώσεις της ψυχικής υγείας της πανδημίας COVID-19 στις χώρες χαμηλού και μεσαίου εισοδήματος (ΧΧΜΕ).

Οι ιατροί της Γ’ Πανεπιστημιακής Παθολογικής κλινικής του Νοσοκομείου «Η ΣΩΤΗΡΙΑ», ενός από τα νοσοκομεία που δέχεται το μεγαλύτερο όγκο ασθενών της πανδημίας και ξεκίνησε τους εμβολιασμούς στην Ελλάδα, με επιβλέποντα τον Καθηγητή κο Συρίγο Κωνσταντίνο, καταγράφουν τα πολύ ενδιαφέροντα ευρήματα αυτής της μελέτης.

https://doi.org/10.1016/S2215-0366(21)00025-0

Σε αυτήν την ανασκόπηση, εξετάζονται οι παγκόσμιες επιπτώσεις της πανδημίας ψυχικής υγείας από την πανδημία της COVID-19 σε τέσσερα επίπεδα: α)ο αντίκτυπος της πανδημίας στην ψυχική υγεία, β)οι απαντήσεις σε αυτές τις ανάγκες από τις διάφορες χώρες, γ) η ευκαιρία που προσφέρει η πανδημία για να επανασχεδιαστεί η παγκόσμια ψυχική υγεία και δ)ένα μελλοντικό όραμα για την ανάπτυξη αποτελεσματικών συστημάτων ψυχικής υγείας. Αν και οι ανησυχίες ξεκινούν με έμφαση στις ΧΧΜΕ, η πανδημία έχει δείξει τη βαθιά αλληλοσυνδεόμενη φύση της παγκόσμιας υγείας και τις ευκαιρίες για συγκέντρωση εμπειρίας και γνώσης για την αναμόρφωση της ψυχικής υγείας σε όλες τις χώρες.

Η πανδημία COVID-19 ανέδειξε εμφατικά το ήδη μεγάλο κενό θεραπείας στην ψυχική υγεία μεταξύ των ΧΧΜΕ και απειλεί να το διευρύνει. Οι νέες απαιτήσεις για φροντίδα ψυχικής υγείας σε αυτές τις χώρες τέμνονται με εύθραυστα συστήματα υγείας, περιορισμένους πόρους και ικανότητα εργατικού δυναμικού, κοινωνική αναταραχή και βία ως απάντηση στις στρατηγικές περιορισμού της COVID-19, ενώ συνολικά η πρόσβαση σε παρεμβάσεις είναι προβληματική. Μπορεί να υποτεθεί ότι οι μακροπρόθεσμες συνέπειες στην ψυχική υγεία θα είναι ιδιαίτερα σοβαρές στις περιοχές με χαμηλότερους πόρους και τις πιο φτωχές περιοχές του πλανήτη, όπου ουσιαστικά δεν υπήρχε πρόσβαση σε υπηρεσίες ψυχικής υγείας ούτε και πριν από την πανδημία.

Άμεσες επιπτώσεις

Υπάρχουν αναφορές που τεκμηριώνουν πρωτίστως την αύξηση των συμπτωμάτων ψυχικής δυσφορίας, η οποία μπορεί να αντικατοπτρίζει μια κανονιστική απάντηση στην αβεβαιότητα και τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι πληθυσμοί. Για παράδειγμα, οι αναφορές έχουν τεκμηριώσει αυξημένο επιπολασμό ψυχολογικής δυσφορίας μεταξύ του προσωπικού υγειονομικής περίθαλψης, που σχετίζονται με το στίγμα και τον φόβο της νόσου. Αυτή η θεωρία είναι σύμφωνη με τις λίγες μελέτες σχετικά με τον επιπολασμό των ψυχικών διαταραχών που έχουν εντοπιστεί. Για παράδειγμα, μια εθνική διαδικτυακή μελέτη περισσότερων από 10.000 ατόμων στο Μπαγκλαντές ανέφερε 33% επικράτηση κατάθλιψης και 5% επικράτηση αυτοκτονικού ιδεασμού.

Σε ΧΧΜΕ παγκοσμίως, η δυσφορία σε ολόκληρο τον πληθυσμό μπορεί να αποδοθεί σε συνεχιζόμενες αβεβαιότητες σχετικά με την εξάπλωση της νόσου, την αποτελεσματικότητα των στρατηγικών περιορισμού καθώς και στο άγχος σχετικά με το πότε και πώς η καθημερινή ζωή θα επιστρέψει σε κάποια κανονικότητα. Τα μέτρα περιορισμού και οι σχετικές αποφάσεις της πολιτικής του εγκλεισμού και της απομόνωσης είχαν πρωτοφανή αποτελέσματα στον οικονομικό και κοινωνικό τομέα σε χώρες όπου η συντριπτική πλειονότητα των ατόμων απασχολούνται στην άτυπη αγορά εργασίας και όπου οι απειλές για την επιβίωσή τους οδηγούν ήδη σε αντίσταση του κοινού και, μερικές φορές, σε βία.

Η πανδημία αποκαλύπτει επίσης το γεγονός ότι συγκεκριμένες ευάλωτες ομάδες, όπως κρατούμενοι, οι ασθενείς σε ψυχιατρικά νοσοκομεία ή δομές κοινωνικής μέριμνας, τα άτομα με αναπηρία, γυναίκες που βιώνουν ενδοοικογενειακή βία ή κακοποίηση, ενδέχεται να διατρέχουν ακόμη μεγαλύτερο κίνδυνο ψυχολογικής δυσφορίας, επειδή η προϋπάρχουσα αδυναμία προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων επιδεινώνεται και αναπτύσσονται περαιτέρω επιπτώσεις στην ψυχική υγεία που σχετίζονται με την COVID-19.

Οι πληθυσμοί ηλικιωμένων έχουν επηρεαστεί σοβαρά από την πανδημία COVID-19 όσον αφορά τη σοβαρότητα της ασθένειας και τη θνησιμότητα. Είναι επίσης πιο πιθανό να υποστούν και ψυχολογικές επιπτώσεις λόγω απομόνωσης, η οποία περιπλέκεται από προϋπάρχοντα προβλήματα σωματικής υγείας και μειωμένη πρόσβαση στην περίθαλψη.

Επιπλέον, η κοινωνική απομόνωση και εκτροπή όλων των υπηρεσιών υγειονομικής περίθαλψης προς την COVID 19, επηρεάζουν άτομα που ζουν με σοβαρές ψυχικές ασθένειες, για τους οποίους παρεμποδίστηκε η πρόσβαση σε φροντίδα ψυχικής υγείας, με αποτέλεσμα να είναι πιθανό να οδηγήσει σε επανεμφάνιση ή επιδείνωση των διαταραχών αυτής της ομάδας.

Μια άλλη ιδιαίτερα ευάλωτη ομάδα είναι οι εργαζόμενοι στην πρώτη γραμμή, στον τομέα της υγείας που εργάζονται για να περιορίσουν την πανδημία. Οι παράγοντες κινδύνου περιλαμβάνουν τον ανεπαρκή προσωπικό εξοπλισμό προστασίας, ο στιγματισμός και οι διακρίσεις λόγω του επαγγέλματος, προσωπικοί φόβοι για μόλυνση των ίδιων, των οικογενειών και των αγαπημένων τους, απομόνωση από μέλη της οικογένειας κλπ. Οι ψυχικές επιπτώσεις της πανδημίας στην υγεία των εργαζομένων στην υγεία έχουν επίσης εκδηλωθεί ως εμπειρίες τραύματος και σύγχυσης, ειδικά στο πλαίσιο της έλλειψης σαφήνειας για τον τρόπο αποτελεσματικής αντιμετώπισης ασθενών με COVID-19.

Μακροπρόθεσμες επιπτώσεις

Χωρίς μαζική παγκόσμια δράση, η πανδημία COVID-19 αναμένεται να έχει παγκόσμια αρνητικές επιπτώσεις στους οικονομικούς και άλλους κοινωνικούς καθοριστικούς παράγοντες της υγείας μακροπρόθεσμα. Οι συνθήκες ψυχικής υγείας που επηρεάζονται από αρνητικούς κοινωνικούς παράγοντες περιλαμβάνουν το άγχος, τις διαταραχές διάθεσης και τις διαταραχές που σχετίζονται με μετατραυματικό στρες, σύμφωνα με τη μελέτη του Global Burden of Disease. Παγκοσμίως οι αυτοκτονίες αυξάνονται ως αποτέλεσμα της αυξημένης έκθεσης σε παράγοντες κινδύνου, όπως οικονομικό άγχος, εργασιακή ανασφάλεια και ανεργία, κοινωνική απομόνωση, μειωμένη πρόσβαση στην υποστήριξη της κοινότητας, εμπόδια στη θεραπεία ψυχικής υγείας και επιδείνωση των προβλημάτων σωματικής υγείας, ιδίως μεταξύ των ηλικιωμένων ενηλίκων.

Το παρατεταμένο κλείσιμο των σχολείων είναι πιθανόν επίσης να έχει σοβαρή επίδραση στην ψυχική υγεία των παιδιών, των εφήβων και των νεαρών ενηλίκων παγκοσμίως.

Η ανταπόκριση στις ανάγκες ψυχικής υγείας

Η πανδημία της COVID-19 εξελίσσεται ακόμη σε πολλές χώρες με αποτέλεσμα να υπάρχουν λίγα στοιχεία για τον αντίκτυπο των προγραμμάτων ψυχικής υγείας, τα περισσότερα εκ των οποίων εφαρμόζονται υπό πραγματικές συνθήκες έκτακτης ανάγκης για τη δημόσια υγεία χωρίς πόρους ενώ υπήρξε ανεπαρκής χρόνος από την έναρξη της πανδημίας για την ολοκλήρωση και τη δημοσίευση ολοκληρωμένων αξιολογήσεων. Οι πρωτοβουλίες κυβερνήσεων στις ΧΧΜΕ να αναπτύξουν προγράμματα ψυχικής υγείας εντός πανδημίας δεν μπορούν να αξιολογηθούν για την αποτελεσματικότητα τους. Κοιτώντας προς το μέλλον όμως, θα είναι σημαντικό να υπάρξουν αξιολογήσεις στις διαδικασίες εφαρμογής των προγραμμάτων αυτών και τα αποτελέσματά τους, για να προετοιμαστεί η ανταπόκριση της ψυχικής υγείας σε μελλοντικές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης.

Οικοδομώντας ένα καλύτερο σύστημα ψυχικής υγείας

Η πανδημία COVID-19 έχει επηρεάσει την ψυχική υγεία σε όλα τα πλαίσια και έχει επισημάνει τις αδυναμίες των συστημάτων ψυχικής υγείας παγκοσμίως. Αναδείχθηκαν ξεκάθαρα οι επιπτώσεις της πανδημίας στην ψυχική υγεία όχι μόνο σε άτομα με υπάρχουσες ανάγκες ψυχικής υγείας, αλλά και σε πληθυσμούς που λόγω των πολιτικών περιορισμού της εξάπλωσής της, επηρέασαν δυσανάλογα ευάλωτες και ήδη μειονεκτούσες ομάδες. Είναι ζωτικής σημασίας να αναγνωρίσουμε αυτές τις επιδράσεις ως μια ιστορική ευκαιρία για να επαναπροσδιορίσουμε τα συστήματα ψυχικής υγείας, βασιζόμενοι στην τεράστιο κλινική εμπειρία, και την εφαρμογή της επιστήμης της δημόσιας υγείας, με την ενεργό συμμετοχή όλων των σχετικών ενδιαφερομένων, ιδιαίτερα των ατόμων με εμπειρία.

Τόσο η παρούσα πανδημία όσο και η πιθανότητα μελλοντικών πανδημιών υπογραμμίζουν τη σημασία ανάπτυξης ανθεκτικών συστημάτων ψυχικής υγείας. Παρόλο που οι αυξημένες παγκόσμιες και εθνικές επενδύσεις στην ψυχική υγεία αποτελούσαν μεγάλη ανάγκη ακόμη και πριν από την πανδημία COVID-19, υπάρχει η απειλή ότι η εστίαση στην πανδημία θα καθυστερήσει περαιτέρω την πρόοδο στην ψυχική υγεία. Πρέπει να συνεργαστούν όλα τα ενδιαφερόμενα μέρη για να διασφαλιστεί ότι κινητοποιούνται πόροι για την ενίσχυση των συστημάτων ψυχικής υγείας και ότι αυτές οι επενδύσεις χρησιμοποιούνται με αποτελεσματικό και αποδοτικό τρόπο και καλύπτουν όλο το φάσμα των αναγκών, από την προώθηση, την προστασία και την πρόληψη έως τη θεραπεία, φροντίδα και ανάρρωση.

Συμπερασματικά

Η πανδημία COVID-19 έχει διαταράξει κάθε πτυχή της ζωής σε όλες τις χώρες σχεδόν ταυτόχρονα και, από αυτή την άποψη, αντιπροσωπεύει ένα παγκόσμιο φαινόμενο σε αντίθεση με οποιοδήποτε άλλο στην ανθρώπινη ιστορία. Αναδυόμενα στοιχεία δείχνουν ότι οι επιπτώσεις στην ψυχική υγεία θα είναι μεγάλες, μακροχρόνιες και μεγαλύτερες σε περιβάλλοντα με λιγότερους πόρους και σε μειονεκτούντες πληθυσμούς. Εάν δεν αντιμετωπιστούν δυναμικά και επειγόντως, αυτές οι επιπτώσεις θα οδηγήσουν σε τεράστια ανθρώπινα δεινά, πρόωρη θνησιμότητα και κοινωνική καταστροφή και θα επιβραδύνουν την οικονομική ανάκαμψη. Παρόλο που υπήρχε ήδη μια τεράστια κρίση σχετικά με την ψυχική υγεία πριν από την πανδημία, η COVID-19 αποτελεί μια ιστορική ευκαιρία για όλες τις χώρες και τους παγκόσμιους οργανισμούς να επανεξετάσουν τον τρόπο με τον οποίο η ανθρώπινη κοινωνία οργανώνεται για να ανακάμψει από αυτές τις επιπτώσεις.

Δεν αρκεί η επένδυση στην οικοδόμηση συστημάτων ψυχικής υγείας τώρα, αλλά πρέπει επίσης να διασφαλίσουμε ότι αυτές οι επενδύσεις ανταποκρίνονται στην ποικιλία των χαρακτηριστικών της ψυχική ασθένειας, πέρα από τη στενή βιοϊατρική εστίαση σε γιατρούς, διαγνώσεις και φάρμακα που έχουν κυριαρχήσει στις πολιτικές ψυχικής υγείας παγκοσμίως.

Μια ισορροπημένη προσέγγιση που να αντιμετωπίζει τους κοινωνικούς καθοριστικούς παράγοντες της ψυχικής υγείας και τις ατομικές κλινικές ανάγκες για άτομα με διαταραχές ψυχικής υγείας είναι το ζητούμενο. Οι παρεμβάσεις ψυχικής υγείας που δεν λαμβάνουν υπόψη τους κοινωνικούς καθοριστικούς παράγοντες της ψυχικής υγείας, ειδικά αυτούς που επιδεινώνονται από την πανδημία, δεν θα επιτύχουν τις επιδιώξεις τους.

Με μια τέτοια ισορροπημένη προσέγγιση, δεν θα επαναπροσδιοριστεί μόνο η φροντίδα ψυχικής υγείας σε ΧΧΜΕ, αλλά να αναδιαμορφωθεί η ψυχική υγεία ως κοινή και κατά προτεραιότητα φιλοδοξία σε όλες τις χώρες του κόσμου.

Η πρόληψη της μείζονος συναισθηματικής διαταραχής σε νέα άτομα

Η πρόληψη της μείζονος συναισθηματικής διαταραχής σε νέα άτομα

ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ “ΕΠΙΛΟΓΕΣ ΝΕΥΡΟΛΟΓΙΑΣ – ΨΥΧΙΑΤΡΙΚΗΣ 2003”

H μείζων κατάθλιψη αποτελούσε τη τέταρτη σε σπουδαιότητα διαταραχή ως προς την επιβάρυνση από ασθένειες σε παγκόσμιο επίπεδο κατά το 1990 και υπολογίζεται ότι θα είναι δεύτερη έως το 2020.  Αποτελεί την κύρια αιτία αναπηρίας στις αναπτυγμένες χώρες και το βασικό ερώτημα είναι γιατί η επιβάρυνση λόγω της κατάθλιψης δεν μειώνεται με τον ίδιο ρυθμό όπως οι λοιμώδεις και περιγεννητικές παθήσεις, οι οποίες το 1990 προκαλούσαν μεγαλύτερη επιβάρυνση.  Κατά τα τελευταία 5 έτη επιβεβαιώνεται όλο και περισσότερο η άποψη ότι η κατάθλιψη αποτελεί υποτροπιάζουσα διαταραχή, που θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως χρόνια νόσος.  Έχει υπολογισθεί ότι προς το παρόν αποτρέπεται περίπου 13% της συνολικής επιβάρυνσης που προκαλεί η κατάθλιψη.  Έχει επιπλέον υπολογισθεί ότι, αν ήταν ιδανικές οι συνθήκες ως προς την κάλυψη των ασθενών και τις δυνατότητες των κλινικών γιατρών και δεν υπήρχαν προβλήματα σχετικά με την παροχή και τη χρηματοδότηση των υπηρεσιών υγείας, η επιβάρυνση θα μπορούσε να αποτραπεί μόνο σε ποσοστό 36% με τη χρήση των παρεμβάσεων και των γνώσεων που είναι διαθέσιμες σήμερα.  Συνεπώς, φαίνεται ότι ποσοστό 64% της επιβάρυνσης που προκαλεί η μείζων κατάθλιψη δεν μπορεί να αποτραπεί.  Πρόκειται για μία κατάσταση, στην οποία η αποτελεσματική πρόληψη μπορεί να έχει ζωτική σημασία.  Από πληθυσμιακές μελέτες προκύπτει ότι περίπου το ένα τρίτο των ασθενών, που στη διάρκεια της ζωής τους πληρούν τα κριτήρια της μείζονος κατάθλιψης, αναφέρουν ότι το πρώτο επεισόδιο εκδηλώθηκε σε ηλικία μικρότερη των 21 ετών.  Άρα, η  πρόληψη, αν πρόκειται να είναι αποτελεσματική, θα πρέπει να έχει στόχο τα άτομα νέας ηλικίας.

Υπάρχουν προγράμματα με κύριο στόχο την πρόληψη της κατάθλιψης;  Οι πρόσφατες ανασκοπήσεις σχετικά με την πρόληψη των ψυχικών διαταραχών είναι αισιόδοξες για το γενικό ζήτημα της πρόληψης, αν και εμφανίζονται κάπως επιφυλακτικές ως προς τα προγράμματα πρόληψης της κατάθλιψης.  Σε ορισμένες μελέτες που δημοσιεύτηκαν κατά το έτος 2001 διαφαίνεται μεταβολή αυτής της άποψης.  Προγράμματα πρόληψης (που έχουν ονομασθεί γενικά προγράμματα) μπορούν να έχουν εφαρμογή σε ολόκληρο τον πληθυσμό ή να κατευθύνονται προς τα άτομα με αναγνωρισμένους παράγοντες κινδύνου ή πρώιμα συμπτώματα.  Οι γενικές παρεμβάσεις ενδέχεται να έχουν μεγαλύτερη αποδοχή, κοστίζουν, όμως, περισσότερο, ενώ οι κατευθυνόμενες παρεμβάσεις εξαρτώνται από την ακρίβεια προγραμμάτων ελέγχου, που ενδέχεται να προκαλέσουν στιγματισμό όσων επιλεγούν. Γενικά προγράμματα με στόχο την πρόληψη της κατάθλιψης. Σε μελέτη του 1993, ο Clarke και συνεργάτες παρέθεσαν στοιχεία για δύο προγράμματα παρέμβασης σε σχολεία δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης.  Στο πρώτο πρόγραμμα, οι μαθητές κατανεμήθηκαν τυχαία σε τρία μαθήματα στην τάξη σχετικά με τα συμπτώματα, τα αίτια και τη θεραπευτική αντιμετώπιση της κατάθλιψης και ενθαρρύνθηκαν στην εφαρμογή ευχάριστων δραστηριοτήτων με στόχο την πρόληψη της εμφάνισης ή της έξαρσης καταθλιπτικής διάθεσης.  Σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου, παρατηρήθηκε κάποια βραχυπρόθεσμη βελτίωση στα αγόρια που έλαβαν μέρος στη μελέτη, που όμως δεν διατηρήθηκε σε όλη τη διάρκεια των 12 εβδομάδων της παρακολούθησης.  Στο δεύτερο πρόγραμμα, οι μαθητές κατανεμήθηκαν τυχαία σε πέντε μαθήματα σχετικά με την κατάθλιψη, 4 από τα οποία επικεντρωνόταν στην απόκτηση δεξιοτήτων ως προς τον προγραμματισμό ευχάριστων δραστηριοτήτων.  Δεν διαπιστώθηκε διαφορά μεταξύ των ομάδων παρέμβασης και ελέγχου, παρά το επαρκές μέγεθος των ομάδων.  Κατά μία άποψη, οι παρεμβάσεις στα προγράμματα αυτά ίσως δεν είχαν αρκετή ισχύ για ένα ωφέλιμο αποτέλεσμα. Σε άλλη μελέτη, 260 μαθητές έλαβαν μέρος σε έρευνα που είχε ενταχθεί στο εκπαιδευτικό πρόγραμμα.  Αρχικά, πραγματοποιήθηκε αξιολόγηση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων σε μαθητές ηλικίας 14 και 15 ετών, τρεις φορές σε χρονικό διάστημα 15 μηνών.  Το επόμενο έτος, οι μαθητές της ίδιας ηλικίας αξιολογήθηκαν με τον ίδιο τρόπο, με τη διαφορά ότι μεταξύ πρώτης και δεύτερης αξιολόγησης παρακολούθησαν 11 συνεδρίες τύπου γνωσιακής θεραπείας σε μικρές ομάδες.  Το πρόγραμμα ήταν υπό την εποπτεία ψυχολόγων και το ποσοστό συμμετοχής των μαθητών ήταν 88%. Τα αποτελέσματα ήταν σαφή: η ομάδα παρέμβασης, σε αντίθεση με την ομάδα ελέγχου, εμφάνισε σημαντική μείωση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων, που παρέμεινε αναλλοίωτη σε όλη τη διάρκεια των 10 μηνών της παρακολούθησης.  Το συνολικό μέγεθος του αποτελέσματος ήταν μικρό, αλλά οι συγγραφείς παρουσίασαν στοιχεία ότι ποσοστό 13% των παιδιών στην ομάδα παρέμβασης, που, με βάση την ομάδα ελέγχου, θα συνέχιζαν να εμφανίζουν υποκλινική ή κλινική κατάθλιψη, είχε πλέον φυσιολογική βαθμολογία.  Οι 11 ώρες εκπαίδευσης ανά συμμετέχοντα που εμφάνισε βελτίωση αποδείχθηκαν πιο αποτελεσματικές από την κλινική θεραπεία.  Οι συγγραφείς υποστήριξαν την ευρύτερη εφαρμογή των γενικών προγραμμάτων πρόληψης της κατάθλιψης. Σε μελέτη του 1997, που περιλάμβανε ψυχοεκπαίδευση και λύση προβλημάτων παιδιών ηλικίας 11-14 ετών από κλινικούς ψυχολόγους σε 16 συνεδρίες στην τάξη, με στόχο την αύξηση της ικανότητας των παιδιών να αντιμετωπίζουν δυσκολίες και τη μείωση της εμφάνισης καταθλιπτικών συμπτωμάτων, δεν διαπιστώθηκε ικανοποιητικό αποτέλεσμα με τη συμπλήρωση της μελέτης και κατά την επανεξέταση μετά από 12 μήνες. Πρόσφατη μελέτη αναφέρει τα αποτελέσματα προγράμματος, στο οποίο συμμετείχαν 1500 σπουδαστές και αφορούσε σε 8 εκπαιδευτικές συνεδρίες με στόχο τη βελτίωση της δυνατότητας επίλυσης προβλημάτων και, σε μικρότερο βαθμό, τη μείωση της αρνητικής γνωσιακής προκατάληψης.  Στην ομάδα παρέμβασης, σε σύγκριση με την ομάδα ελέγχου, διαπιστώθηκε σημαντική μείωση των καταθλιπτικών συμπτωμάτων με την ολοκλήρωση του προγράμματος.  Κατά την επανεξέταση μετά από 12 μήνες, οι μαθητές υψηλού κινδύνου διατήρησαν τη βελτίωση της δυνατότητας επίλυσης προβλημάτων, αλλά το συνολικό όφελος ως προς τα καταθλιπτικά συμπτώματα δεν ήταν πλέον εμφανές.  Η μελέτη ήταν καλά σχεδιασμένη, με δυνατότητα επισήμανσης κλινικά σημαντικών διαφορών.  Η διαφορά με τις προηγούμενες μελέτες ήταν ότι η εκπαίδευση γινόταν από το εκπαιδευτικό προσωπικό, σε ολόκληρη την τάξη και η έμφαση δινόταν στην επίλυση προβλημάτων και όχι στη γνωσιακή θεραπεία.  Παρ’ όλα αυτά, η εξασθένιση του αποτελέσματος που παρατηρήθηκε κατά την επανεξέταση ήταν απογοητευτική.

Κατευθυνόμενα προγράμματα πρόληψης

Τα παιδιά γονέων που πάσχουν από κατάθλιψη διατρέχουν αυξημένο κίνδυνο να εμφανίσουν και αυτά κατάθλιψη και τα αίτια είναι μάλλον ψυχολογικά και όχι γενετικά.  Σε τυχαιοποιημένη ελεγχόμενη μελέτη, γονείς και παιδιά από 36 οικογένειες συμμετείχαν σε κλινική παρέμβαση μέσω 6 έως 10 συνεδριών ή σε 2 συνεδρίες διάλεξης και συζήτησης. Τα αποτελέσματα έδειξαν αυξημένη ικανοποίηση και ενημέρωση στην ομάδα παρέμβασης, αλλά καμιά διαφορά στη βαθμολογία της καταθλιπτικής συμπτωματολογίας των παιδιών. Μια παρεμφερής μελέτη είχε ως στόχο 94 έφηβους ηλικίας 13 έως 18 ετών, παιδιά γονέων με ιστορικό κατάθλιψης.  Τα παιδιά εμφάνιζαν καταθλιπτικά συμπτώματα, που δεν πληρούσαν τα κριτήρια συναισθηματικής διαταραχής του DSM-III-R.  Τα παιδιά κατανεμήθηκαν τυχαία σε συνήθη αντιμετώπιση ή σε 15 συνεδρίες γνωσιακής θεραπείας σε μικρές ομάδες από θεραπευτές κατόχους διπλώματος εξειδίκευσης (master). Μετά από παρακολούθηση με μέση διάρκεια 15 μηνών, η συχνότητα μείζονος κατάθλιψης στην ομάδα παρέμβασης ήταν 9,3% σε σύγκριση με 28,8% στην ομάδα ελέγχου – ένα εντυπωσιακό αποτέλεσμα. Παρόμοιο αποτέλεσμα είχε επιτευχθεί σε ομάδα 150 εφήβων με καταθλιπτική συμπτωματολογία, οι οποίοι κατά τη συνέντευξη δεν πληρούσαν τα διαγνωστικά κριτήρια για μείζονα κατάθλιψη ή δυσθυμία.  Μετά από εφαρμογή του ίδιου προγράμματος των 15 συνεδριών, διαπιστώθηκε ότι μετά από 12 μήνες, η συχνότητα της μείζονος κατάθλιψης στην ομάδα παρέμβασης ήταν 14,5% σε σύγκριση με 25,7% στην ομάδα ελέγχου.  Φαίνεται ότι η πρόληψη κοστίζει λιγότερο από την αναμονή της εμφάνισης κλινικών συμπτωμάτων και τη θεραπευτική αντιμετώπισή τους. Υπάρχουν στοιχεία ότι ο αρνητικός τρόπος προσέγγισης των προβλημάτων αποτελεί παράγοντα κινδύνου για κατάθλιψη.  Σε μελέτη 118 παιδιών της 5ης και 6ης τάξης του δημοτικού σχολείου (ηλικίας 10-11 και 11-12 ετών αντίστοιχα), που διέτρεχαν κίνδυνο κατάθλιψης, εφαρμόστηκε παραλλαγή του προγράμματος αισιοδοξίας Penn σε 12 ομαδικές συνεδρίες διάρκειας 2 ωρών η κάθε μία μετά την ολοκλήρωση του ημερήσιου προγράμματος μαθημάτων.  Το πρόγραμμα έδινε έμφαση στη γνωσιακή θεραπεία, αλλά περιείχε στοιχεία επίλυσης κοινωνικών προβλημάτων, χαλάρωσης και θετικής ενίσχυσης.  Τα παιδιά στην ομάδα παρέμβασης ανέφεραν σημαντικά λιγότερα συμπτώματα κατάθλιψης στη διάρκεια των επόμενων 2 ετών, ενώ στην ίδια ομάδα διαπιστώθηκε μείωση κατά 50% των συμπτωμάτων μέσης και μεγάλης βαρύτητας.  Με τη συμπλήρωση του τρίτου έτους οι διαφορές μεταξύ των δύο ομάδων είχαν εξαφανισθεί, αλλά το ποσοστό εξόδου από τη μελέτη είχε φθάσει σε 43%.Σε άλλη μελέτη έγινε επιλογή πρωτοετών φοιτητών με τον πιο απαισιόδοξο τρόπο προσέγγισης των προβλημάτων και τυχαία κατανομή τους σε 8 δίωρες συνεδρίες με έμφαση στη γνωσιακή θεραπεία ή σε καμιά παρέμβαση.  Στην ομάδα παρέμβαση διαπιστώθηκε θετικό αποτέλεσμα ως προς τα αυτοναφερόμενα συμπτώματα κατάθλιψης και άγχους, που όμως δεν αφορούσε τα βαρύτερα επίπεδα κατάθλιψης.

Σχόλιο

Υπάρχουν αρκετές μελέτες που ασχολούνται με το ερώτημα «Μπορεί να προληφθεί η κατάθλιψη στα νέα άτομα;».  H χρησιμοποίηση δασκάλων στην τάξη με στόχο τη βραχεία ψυχοεκπαίδευση, δεν φαίνεται να έχει αποτέλεσμα.  Η χρησιμοποίηση ψυχολόγων και δασκάλων στο περιβάλλον της σχολικής αίθουσας με στόχο την παροχή εκτεταμένης ψυχοεκπαίδευσης και επίλυσης προβλημάτων επίσης δεν φαίνεται να έχει αποτέλεσμα.  Η χρησιμοποίηση μεθόδων γνωσιακής θεραπείας ή γνωσιακής θεραπείας συμπεριφοράς από ψυχολόγους φαίνεται να έχει κάποιο αποτέλεσμα, που μερικές φορές περιορίζεται στα συμπτώματα και άλλες στη μείωση της συχνότητας της μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής.  Το πρόβλημα, όμως, δεν είναι η αποτελεσματικότητα αλλά η αποτελεσματικότητα σε συνθήκες κλινικής πράξης.  Σε καμιά χώρα δεν υπάρχουν αρκετοί ψυχολόγοι, που να έχουν εκπαιδευθεί στη γνωσιακή θεραπεία και να επαρκούν για την εφαρμογή γενικών ή κατευθυνόμενων προγραμμάτων πρόληψης μέσω του σχολείου. Δεν υπάρχουν στοιχεία, από τα οποία να προκύπτει ότι οι πρόσφατες πρωτοβουλίες συμβάλλουν στη μείωση του επιπολασμού της κατάθλιψης, ούτε ότι υπάρχουν διαθέσιμες γνωσιακές θεραπείες που μπορούν να μειώσουν την επίπτωσή της.  Δεν είναι απλά θέμα πρόληψης της μείζονος καταθλιπτικής διαταραχής σε ομάδες υψηλού κινδύνου.  Αν υιοθετηθεί προσέγγιση τύπου δημόσιας υγείας και μειωθεί η συχνότητα των καταθλιπτικών συμπτωμάτων στο γενικό πληθυσμό κατά ένα μικρό ποσοστό, θα επιτευχθεί αντίστοιχη μείωση του συνολικού αριθμού των ασθενών με μείζονα κατάθλιψη.  Το πρόβλημα είναι η παροχή υπηρεσιών.  Η προσέγγιση που διερευνάται τώρα είναι η εφαρμογή στα σχολεία διαδραστικών προγραμμάτων μέσω υπολογιστών, με παράλληλη υποστήριξη από κατευθυνόμενη πρόσβαση στο διαδίκτυο. Το πρόβλημα είναι πολύ σημαντικό για να περιοριστεί στην παραδοσιακή μέθοδο της παρέμβασης πρόσωπο με πρόσωπο, αλλά αποτελεί σημαντική πρόοδο η διαπίστωση ότι η γνωσιακή θεραπεία είναι μέθοδος πρόληψης της κατάθλιψης με καλή σχέση κόστους/αποτελεσματικότητας σε ομάδες υψηλού κινδύνου.

Andrews G et al. British Journal of Psychiatry 181 : 460-462, 2002

ΕΠΙΛΕΓΜΕΝΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

  • Andrews G.  Should depression be managed as a chronic disease?  BMJ 322: 419-421, 2001
  • Beardslee WR, Wright EJ, Salt P et al.  Examination of childrens’ responses to two preventive strategies over time.  J Am Acad Child Adolesc Psychiatry 36: 196-204, 1997
  • Beardslee WR, Versage EM, Gladstone TRG.  Children of affectively ill parents: a review of the past 10 years.  J Am Acad Child Adolesc Psychiatry 37: 1134-1141, 1998
  •  Clarke GN, Hawkins W, Murphy M et al.  School-based prevention of depressive symptomatology in adolescents.  J Adolesc Res 8: 183-204, 1993
  • Clarke GN, Hawkins W, Murphy M et al.  Targeted prevention of unipolar depressive disorder in an at-risk sample of high school students. J Am Acad Child Adolesc Psychiatry 34: 312-321, 1995
  • Clarke GN, Hornbrook M, Lynch F et al.  A randomized trial of group cognitive intervention for preventing depression in adolescent offspring of depressed parents.
  • Arch Gen Psychiatry 58: 1127-1134, 2001
  • Gillham JE, Reivich KJ.  Prevention of depression in schoolchildren.  Psychol Sci 10: 461-462, 1999
  • Greenberg MT, Domitrovitch C, Bumbarger B.  The prevention of mental disorders in school-aged children: current state of the field.  Prevention and Treatment 4, article 1, 2001
Γενετική και Ψυχιατρική

Γενετική και Ψυχιατρική

Το ζήτημα της κληρονομικότητας των ψυχιατρικών διαταραχών, έχει απασχολήσει εδώ και πολλές δεκαετίες τους ψυχιάτρους και τους γενετιστές. Η αρχικά εμπειρική παρατήρηση ότι οι επόμενες γενεές ατόμων που πάσχουν από κάποια σοβαρή ψυχική διαταραχή, κληρονομούν την ευαλωτότητα ή την προδιάθεση ανάπτυξης ψυχικής νόσου, έχει γίνει αντικείμενο ευρείας έρευνας παγκοσμίως.
Κατά την διάρκεια των διαγνωστικών συνεντεύξεων ενός ασθενούς, συχνά εμπεριέχεται η ερώτηση «αν κάποιο από τα μέλη της οικογένειας έχει νοσήσει ψυχιατρικά ή έχει νοσηλευθεί». Η ερώτηση αυτή γίνεται για να ανιχνευθεί η αυξημένη πιθανότητα ψυχιατρικής νοσηρότητας του εξεταζόμενου, διότι υπάρχει ευθεία συσχέτιση της κληρονομικότητας και της πιθανότητας ανάπτυξης ψυχικής διαταραχής.
Η κληρονομικότητα ή αλλιώς η γενετική επιβάρυνση του ατόμου, δεν είναι κάτι πρωτόγνωρο ή αποκλειστικό στην επιστήμη της Ψυχιατρικής. Γνωστή είναι επίσης η γενετική προδιάθεση σε ασθένειες όπως ο σακχαρώδης διαβήτης, υπέρταση, υπερχοληστεριναιμία, καρκίνος, νόσος Αλτσχάιμερ, καρδιοπάθειες κλπ. και υπάρχει παγκοσμίως μεγάλο ερευνητικό ενδιαφέρον για την πιστοποίηση των γενετικών μηχανισμών που κληρονομούμενοι, πυροδοτούν ή όχι την ανάπτυξη κάποιας παθολογίας στις επόμενες γενιές ανθρώπων. Οι έρευνες αυτές είναι εξαιρετικά σημαντικές, διότι από το αποτέλεσμα τους θα μπορεί κάποια στιγμή στο άμεσο (ελπίζουμε) μέλλον, να μπορούμε με ασφάλεια να προβλέψουμε την πιθανότητα ανάπτυξης παθολογίας σε κληρονομικά επιβαρυμένο άτομο, ώστε να υπάρξουν και οι κατάλληλες παρεμβάσεις σε επίπεδο πρόληψης και υιοθέτησης ενός υγιεινού τρόπου ζωής, ώστε να μειωθούν οι πιθανότητες εκδήλωσης μιας νόσου. Οι έρευνες και τα αποτελέσματα τους είναι επίσης σημαντικές στον σχεδιασμό νέων φαρμάκων, πολύ περισσότερο θεραπευτικά αιτιολογικών (που στοχεύουν δηλαδή στην αιτία ανάπτυξης μια νόσου), παρά συμπτωματολογικών (που στοχεύουν δηλαδή στην μείωση ή εξαφάνιση των συμπτωμάτων μιας νόσου).
Η γενετική προδιάθεση ποικίλει από νόσο σε νόσο και σπανίως μιλάμε για βαθμό εκδήλωσης 100%. Για παράδειγμα στην Ψυχιατρική, η συχνότητα της Σχιζοφρένειας στο γενικό πληθυσμό είναι περίπου 1%. Το παιδί ενός σχιζοφρενούς γονέα έχει δώδεκα φορές μεγαλύτερη πιθανότητα ν’ αναπτύξει τη νόσο, ενώ όταν και οι δύο γονείς είναι σχιζοφρενείς η πιθανότητα εμφάνισης σχιζοφρένειας είναι σαράντα φορές μεγαλύτερη από το γενικό πληθυσμό. Η πιθανότητα εμφάνισης σχιζοφρένειας στο μονοζυγωτικό δίδυμο αδερφό ενός σχιζοφρενή ασθενή φτάνει το 50%, είναι δηλαδή πενήντα φορές μεγαλύτερη από το γενικό πληθυσμό (σημειώνεται ότι τα μονοζυγωτικά δίδυμα αδέρφια έχουν πανομοιότυπο DNA).
Πρόσφατη μεγάλη γενετική έρευνα, που δημοσιεύθηκε στο περιοδικό Lancet (4/2013), αφορούσε στην μελέτη 33.332 περιπτώσεων στο φάσμα πέντε ψυχιατρικών διαταραχών – διαταραχή του φάσματος του αυτισμού, διαταραχή ελλειμματικής προσοχής – υπερκινητικότητας, διπολική διαταραχή, μείζων καταθλιπτική διαταραχή και σχιζοφρένεια. Η ομάδα ελέγχου υγιών αποτελείτο από 27.888 άτομα για σύγκριση με την ομάδα των ασθενών. Στην έρευνα μελετήθηκαν τα χρωμοσώματα 3p21 και 10q24, και SNPs που είχαν συσχέτιση με την δραστηριότητα των αντλιών ασβεστίου, CACNA1C και CACNB2. Το ασβέστιο ενέχει σημαντικό ρόλο στην νευροδιαβίβαση, την επικοινωνία δηλαδή των νευρικών κυττάρων μεταξύ τους. Ανακαλύφθηκε λοιπόν ότι και στις πέντε, διαφορετικές μεταξύ τους ψυχιατρικές καταστάσεις, με διαφορετική συμπτωματολογία, ηλικία εκδήλωσης και πρόγνωση, υπήρχαν κοινά ευρήματα στην λειτουργία των διαύλων ασβεστίου, καταλήγοντας δηλαδή ότι διαφορετικές διαγνώσεις μπορεί να έχουν το ίδιο γενετικό παράγοντα κινδύνου.
Υπάρχουν φάρμακα στην αγορά που λειτουργούν στο επίπεδο των διαύλων ασβεστίου και που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία της υψηλής αρτηριακής πίεσης Οι ερευνητές είχαν ήδη διατυπώσει από παλιά την υπόθεση ότι θα μπορούσαν να είναι χρήσιμα για τη διπολική διαταραχή, ακόμη και πριν από τα τρέχοντα ευρήματα.

Η γενετική είναι μια ιδιαίτερα σημαντική επιστήμη, που μπορεί να προσφέρει τα μέγιστα στην κατανόηση της αιτιοπαθολογίας των ψυχιατρικών (και όχι μόνο) διαταραχών και να ανοίξει νέους ορίζοντες στην ανάπτυξη εντελώς καινοτόμων φαρμάκων, ενδεχομένως και πολύ περισσότερο αποτελεσματικών. Η επιστημονική κοινότητα αναμένει με μεγάλο ενδιαφέρον τις εξελίξεις.
Η γενετική προδιάθεση όμως, ΔΕΝ σημαίνει ότι το άτομο που την φέρει, θα αναπτύξει οπωσδήποτε νόσο. Υπάρχουν πολλοί ακόμα παράγοντες που θα επηρεάσουν την πυροδότηση μιας παθολογικής κατάστασης, αλλά και πολλοί άλλοι, που θα αποτρέψουν την εκδήλωση μιας νόσου.

Ψυχογενής ή Νευρογενής Βουλιμία

Ψυχογενής ή Νευρογενής Βουλιμία

Ορισμός
Βουλιμία – μια σοβαρή, δυνητικά απειλητική για τη ζωή διατροφική διαταραχή. Συχνά κατηγοριοποιείται μαζί με την νευρογενή ή ψυχογενή ανορεξία και πιθανά είναι τελικώς μια και μοναδική διαταραχή, με δυο εκφάνσεις. Τα άτομα με βουλιμία μπορεί να καταβροχθίζουν κρυφά μεγάλες ποσότητες τροφής και στη συνέχεια να προσπαθούν να απαλλαγούν από τις επιπλέον θερμίδες με ένα νοσηρό τρόπο. Για παράδειγμα, κάποιος με βουλιμία μπορεί να προκαλεί εμετό ή να υποβάλλεται σε υπερβολική σωματική άσκηση.

Αιτίες
Η ακριβής αιτία της βουλιμίας είναι άγνωστη. Υπάρχουν πολλοί πιθανοί παράγοντες που θα μπορούσαν να παίζουν ένα ρόλο στην ανάπτυξη των διατροφικών διαταραχών.
Παράγοντες που αυξάνουν τον κίνδυνο της βουλιμίας μπορεί να περιλαμβάνουν:
Φύλο: Τα κορίτσια και οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να έχουν βουλιμία ό, τι οι άνδρες και τα αγόρια.
Ηλικία: η βουλιμία συχνά ξεκινά στο τέλος της εφηβείας ή στην πρώιμη ενήλικη ζωή.
Βιολογία: άτομα με συγγενείς πρώτου βαθμού (αδέλφια ή τους γονείς) πάσχοντα από μια διατροφική διαταραχή μπορεί να είναι πιο πιθανό να αναπτύξουν και τα ίδια μια διατροφική διαταραχή, που υποδηλώνει μια πιθανή γενετική σύνδεση. Είναι επίσης πιθανό ότι ανεπάρκεια της σεροτονίνης στον εγκέφαλο μπορεί να διαδραματίσει έναν ρόλο.
Ψυχολογικά και συναισθηματικά προβλήματα: Οι άνθρωποι με διατροφικές διαταραχές μπορεί να έχουν ψυχολογικά και συναισθηματικά προβλήματα που συνεισφέρουν στη διαταραχή, όπως χαμηλή αυτοεκτίμηση, τελειομανία, παρορμητική συμπεριφορά, προβλήματα διαχείρισης θυμού, κατάθλιψης, αγχώδεις διαταραχές ή ψυχαναγκαστική-καταναγκαστική διαταραχή. Σε ορισμένες περιπτώσεις, παλαιότερα τραυματικά γεγονότα μπορεί να είναι ένας παράγοντας που να συμβάλλει στην ανάπτυξη της διαταραχής.
Κοινωνική πίεση: Τα κοινωνικά πρότυπα των καλλίγραμμων σωμάτων σε άνδρες και γυναίκες και η δοξασία ότι αυτά τα άτομα είναι επιτυχημένα στην ζωή τους, μπορεί να προκαλέσει μια ακατανίκητη επιθυμία μιμητισμού του τρόπου ζωής τους και της διατροφής τους.

Συμπτώματα
Τα άτομα που πάσχουν από νευρογενή ή ψυχογενή βουλιμία συνήθως:

  • Ασχολούνται με το σχήμα του σώματος και το βάρος τους
  • Ζουν με το φόβο απόκτησης βάρους
  • Έχουν αίσθηση ότι δεν μπορούν να ελέγξουν τη διατροφική συμπεριφορά τους
  • Τρώνε μέχρι το σημείου να νιώσουν δυσφορία ή πόνο
  • Τρώνε πολύ περισσότερο φαγητό σε ένα κανονικό γεύμα
  • Υποβάλλουν τον εαυτό τους να κάνει εμετό ή να ασκούνται πάρα πολύ
  • Κάνουν κατάχρηση καθαρτικών, διουρητικών ή κλύσματα μετά το φαγητό
  • Χρησιμοποιούν συμπληρώματα διατροφής ή φυτικά προϊόντα για την απώλεια βάρους

Βοηθώντας αγαπημένο πρόσωπο με συμπτώματα βουλιμίας
Ανησυχητικά σημεία που η οικογένεια και οι φίλοι μπορούν να παρατηρήσουν σε άτομα με πιθανή ψυχογενή βουλιμία, περιλαμβάνουν:

  • Συνεχώς ανησυχούν ή να διαμαρτύρονται για την ύπαρξη λίπους
  • Έχουν μια διαστρεβλωμένη, υπερβολικά αρνητική εικόνα του σώματος τους
  • Επανειλημμένα τρώνε ασυνήθιστα μεγάλες ποσότητες τροφίμων σε ένα συνηθισμένο γεύμα, ιδιαίτερα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά ή γλυκά τρόφιμα
  • Αποφεύγουν να τρώνε σε δημόσιο χώρο ή μπροστά σε άλλους
  • Πηγαίνουν στο μπάνιο αμέσως μετά το φαγητό ή κατά τη διάρκεια των γευμάτων
  • Η σωματική άσκηση είναι ιδιαίτερα εργώδης
  • Έχουν πληγές, ουλές ή κάλους στις αρθρώσεις ή τα χέρια
  • Έχουν κατεστραμμένα δόντια και ούλα

Επιπλοκές
Η βουλιμία μπορεί να προκαλέσει πολλές σοβαρές, ακόμη και απειλητικές για τη ζωή επιπλοκές. Πιθανές επιπλοκές περιλαμβάνουν:

  • Αφυδάτωση, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε σημαντικά ιατρικά προβλήματα, όπως νεφρική ανεπάρκεια
  • Καρδιακά προβλήματα, όπως καρδιακή αρρυθμία και καρδιακή ανεπάρκεια
  • Σοβαρή φθορά των δοντιών και των ούλων
  • Απουσία της περιόδου στις γυναίκες
  • Πεπτικά προβλήματα και, ενδεχομένως, μια εξάρτηση από τα καθαρτικά και γενικότερα τα υπακτικά φάρμακα
  • Άγχος και κατάθλιψη
  • Κατάχρηση ναρκωτικών και αλκοόλ

Θεραπείες και φάρμακα
Ο θεραπευτικός συνδυασμός που περιλαμβάνει την ψυχοθεραπεία με τα αντικαταθλιπτικά μπορεί να είναι η πιο αποτελεσματική για την αντιμετώπιση της διαταραχής. Η θεραπεία περιλαμβάνει γενικά μια συντονισμένη προσέγγιση που περιλαμβάνει, την οικογένειά, τον γιατρό πρωτοβάθμιας φροντίδας ή άλλων ιατρικών υπηρεσιών, καθώς επίσης υπηρεσία παροχής ψυχικής υγείας και ένα διαιτολόγο με εμπειρία στην αντιμετώπιση των διατροφικών διαταραχών.

Ψυχοθεραπεία
Συνήθως περιλαμβάνει:
Γνωστική συμπεριφορική θεραπεία θα σας βοηθήσει να εντοπίσετε αρνητικές πεποιθήσεις και συμπεριφορές σχετικά με την διατροφή, αλλά και την ψυχολογική σας κατάσταση και την τροποποίηση αυτών των σκέψεων και συμπεριφορών με θετικές και υγιείς.
Η διαπροσωπική ψυχοθεραπεία, εντοπίζει τις δυσκολίες στις στενές σχέσεις σας, βοηθά να βελτιώσετε την επικοινωνία σας και τις δεξιότητες επίλυσης προβλημάτων, να χειρίζεστε το άγχος, και να ρυθμίζετε τα συναισθήματά σας ώστε να βελτιώσετε τις σχέσεις σας με τους άλλους.
Η Οικογενειακή θεραπεία εφαρμόζεται για να βοηθήσει τους γονείς να παρέμβουν για να σταματήσει ο/η έφηβος τις κακές διατροφικές συμπεριφορές, ώστε στη συνέχεια να βοηθηθεί να ανακτήσει τον έλεγχο αυτών των συμπεριφορών.

Φάρμακα
Τα αντικαταθλιπτικά μπορεί να βοηθήσουν στα συμπτώματα της βουλιμίας, όταν χρησιμοποιούνται σε συνδυασμό με την ψυχοθεραπεία. Το μόνο αντικαταθλιπτικό που έχει ειδική έγκριση από την Υπηρεσία Τροφίμων και Φαρμάκων για τη θεραπεία της βουλιμίας είναι η φλουοξετίνη, ένα είδος εκλεκτικού αναστολέας επαναπρόσληψης της σεροτονίνης (SSRI).

Εκπαίδευση σε θέματα διατροφής και την επίτευξη υγιούς σωματικού βάρους. Οι Διαιτολόγοι μπορούν να σχεδιάσουν ένα πρόγραμμα διατροφής ώστε να επιτύχετε ένα φυσιολογικό βάρος και φυσιολογικές διατροφικές συνήθειες.

Νοσηλεία
Η Βουλιμία συνήθως θεραπεύεται έξω από το νοσοκομείο. Αλλά σε σοβαρή μορφή και σοβαρές επιπλοκές της υγείας, μπορεί να χρειαστεί θεραπεία σε νοσοκομείο.

Μάθετε για την βουλιμία. Μην απομονώσετε τον εαυτό σας από τη φροντίδα των μελών της οικογένειας και των φίλων που ενδιαφέρονται για την υγεία σας. Να είστε ευγενικοί με τον εαυτό σας. Αντισταθείτε στην εμμονή να ζυγίζεστε συχνά ή να κριτικάρετε τον εαυτό σας στον καθρέφτη. Να είστε προσεκτικοί/ές με την άσκηση. Συζητήστε με τους παρόχους υγειονομικής περίθαλψης σχετικά με το ποιο είδος αν υπάρχει, σωματικής δραστηριότητας είναι κατάλληλο για σας, ειδικά αν ασκείστε υπερβολικά για να κάψετε θερμίδες μετά από κραιπάλη.

Ψυχογενής ή Νευρογενής Ανορεξία

Ψυχογενής ή Νευρογενής Ανορεξία

Ορισμός
Η νευρική ανορεξία είναι μια ψυχολογική διαταραχή που εστιάζεται στην Πρόσληψη Τροφής και που προκαλεί στους ανθρώπους μια βασανιστική ενασχόληση με το βάρος τους και τα τρόφιμα που καταναλώνουν, είναι δε πιο συχνή στα κορίτσια και τις γυναίκες. Τα άτομα με νευρική ανορεξία προσπαθούν να διατηρήσουν ένα βάρος που είναι πολύ κάτω από το φυσιολογικό για την ηλικία και το ύψος τους και τελικώς μπορεί να λιμοκτονούν ή να ασκούνται υπερβολικά.
Η εκδηλούμενη ανορεξία δεν είναι πραγματικά για τα τρόφιμα. Είναι ένας νοσηρός τρόπος να προσπαθεί το άτομο να αντιμετωπίσει τα συναισθηματικά του προβλήματα και τα προβλήματα που έχουν με την αυτοεκτίμηση του.
Η νευρική ανορεξία μπορεί να είναι δύσκολο να ξεπεραστεί. Αλλά με τη θεραπεία, μπορείτε να αποκτήσετε μια καλύτερη αίσθηση του ποιοι είστε, να επιστρέψετε σε υγιεινότερες διατροφικές συνήθειες και να αναστρέψετε ορισμένες από τις πολύ σοβαρές επιπλοκές της ανορεξίας.

Αιτίες
Η ακριβής αιτία της νευρογενούς ανορεξίας είναι άγνωστη. Όπως και με πολλές ασθένειες, είναι πιθανώς ένας συνδυασμός των βιολογικών, ψυχολογικών και περιβαλλοντικών παραγόντων.
Βιολογικά. μπορεί να υπάρχουν γενετικές αλλαγές που κάνει μερικούς ανθρώπους πιο ευάλωτους στην ανάπτυξη ανορεξία. Ωστόσο, δεν είναι σαφές το πώς συγκεκριμένα γονίδια σας θα μπορούσαν να προκαλέσουν ανορεξία. Μπορεί να οφείλεται επίσης στο ότι μερικοί άνθρωποι έχουν μια γενετική τάση προς την τελειομανία, την ευαισθησία και επιμονή, όλα τα χαρακτηριστικά που συνδέονται με την ανορεξία. Υπάρχουν επίσης μερικές ενδείξεις ότι η σεροτονίνη – μια από τις χημικές ουσίες του εγκεφάλου που εμπλέκονται στην κατάθλιψη – μπορεί να παίζει κάποιο ρόλο στην ανορεξία.
Ψυχολογικά. Ορισμένα συναισθηματικά χαρακτηριστικά μπορεί να συμβάλουν στην ανορεξία. Οι νεαρές γυναίκες μπορεί να έχουν ψυχαναγκαστικά χαρακτηριστικά της προσωπικότητας που καθιστούν ευκολότερο να επιμείνουν σε αυστηρές δίαιτες και να παραιτηθούν από την σίτιση, παρά την ύπαρξη πείνας.
Περιβαλλοντολογικά. Ο σύγχρονος δυτικός πολιτισμός δίνει μεγάλη σημασία στην καλή φιγούρα του σώματος. Τα μέσα μαζικής ενημέρωσης βρίθουν με εικόνες των καλλίγραμμων μοντέλων και ηθοποιών. Η κοινωνική πίεση που ασκείται μπορεί να τροφοδοτήσει την σφοδρή επιθυμία, ιδιαίτερα μεταξύ των νεαρών κοριτσιών, να αποκτήσουν ένα ιδιαίτερα καλλίγραμμο σώμα.

Συμπτώματα
Οι άνθρωποι με ανορεξία για να χάσουν βάρος περιορίζουν σε μεγάλο βαθμό την ποσότητα των τροφίμων που καταναλώνουν. Επίσης συνήθως ασκούνται υπερβολικά. Άλλοι πάλι ελέγχουν την πρόσληψη θερμίδων με καθαρτικά ή προκαλούν εμέτους.

Τα συμπτώματα της ανορεξίας περιλαμβάνουν:

  • Ακραία απώλεια βάρους
  • Λεπτή εμφάνιση
  • Μη φυσιολογικές εξετάσεις αίματος
  • Κούραση
  • Αϋπνία
  • Ζάλη ή λιποθυμία
  • Μπλε αποχρωματισμό των δακτύλων
  • Μαλλιά λεπτά και εύθραυστα
  • Απουσία της εμμήνου ρύσεως
  • Δυσκοιλιότητα
  • Ξηρό δέρμα
  • Δυσανεξία στο κρύο
  • Ανωμαλίες στον καρδιακό ρυθμό
  • Χαμηλή αρτηριακή πίεση
  • Αφυδάτωση
  • Οστεοπόρωση
  • Πρήξιμο των χεριών ή των ποδιών

Ψυχολογικά και συμπεριφορικά συμπτώματα ανορεξίας

  • Άρνηση για πρόσληψη οποιασδήποτε τροφής
  • Άρνηση της πείνας
  • Φόβος για απόκτηση βάρους
  • Ψέματα για το πόσο το άτομο έχει φάει
  • Υπερβολική άσκηση
  • Επιπεδωμένη διάθεση (έλλειψη συναισθήματος)
  • Κοινωνική απόσυρση
  • Ευερεθιστότητα
  • Ενασχόληση με τα τρόφιμα, τις θερμίδες τους και τα συστατικά τους
  • Μειωμένο ενδιαφέρον για σεξ
  • Καταθλιπτική διάθεση
  • Πιθανή χρήση καθαρτικών, βοηθημάτων διατροφής ή φυτικών προϊόντων

Εάν ανησυχείτε ότι ένα αγαπημένο πρόσωπο μπορεί να έχει ανορεξία, προσέξτε για την ύπαρξη αυτών των συμπεριφορών:

  • Παράλειψη γευμάτων
  • Δικαιολογίες για να μην τρώει
  • Τρώγοντας μόνο ορισμένα «ασφαλή» τρόφιμα, συνήθως εκείνων χαμηλών σε λιπαρά και θερμίδες
  • Η υιοθέτηση άκαμπτων συνηθειών στο γεύμα ή να τρώνε τελετουργικά, όπως το κόψιμο του φαγητού σε μικρά κομμάτια ή φτύσιμο των τροφίμων μετά το μάσημα
  • Επανειλημμένους ελέγχους του βάρους τους με ζυγαριά
  • Συχνό έλεγχο στον καθρέφτη για ανίχνευση «ατελειών» στο σώμα τους
  • Δεν επιθυμούν να τρώνε σε δημόσιο χώρο
  • Μη αναγνώριση του ενδεχόμενου ψυχολογικού τους προβλήματος και άρνηση να επισκεφθούν ιατρό.

Επιπλοκές
Η ανορεξία μπορεί να έχει πολλές επιπλοκές. Στην πιο σοβαρή της εκδήλωση, μπορεί να αποβεί μοιραία. Ο θάνατος μπορεί να συμβεί ξαφνικά – ακόμα και όταν κάποιος δεν είναι σοβαρά λιποβαρής. Αυτό μπορεί να προκύψει από μη φυσιολογικό καρδιακό ρυθμό (αρρυθμίες) ή ανισορροπία των ηλεκτρολυτών (όπως νάτριο, κάλιο και ασβέστιο), που διατηρούν την ισορροπία των υγρών στο σώμα σας.

Στις επιπλοκές της νόσου συμπεριλαμβάνονται:

  • Θάνατος
  • Αναιμία
  • Καρδιακά προβλήματα, όπως η πρόπτωση της μιτροειδούς βαλβίδας, ανωμαλίες στον καρδιακό ρυθμό και καρδιακή ανεπάρκεια
  • Η οστική απώλεια, αυξάνει τον κίνδυνο των καταγμάτων αργότερα στη ζωή
  • Στις γυναίκες, η απουσία μιας περιόδου
  • Στους άνδρες, η τεστοστερόνη μειώνεται
  • Γαστρεντερικά προβλήματα, όπως δυσκοιλιότητα, φούσκωμα ή ναυτία
  • Ηλεκτρολυτικές διαταραχές, όπως χαμηλά επίπεδα καλίου στο αίμα, νάτριο και χλώριο
  • Προβλήματα στα νεφρά
  • Εάν ένα άτομο με ανορεξία καθίσταται σοβαρά υποσιτισμένο, κάθε όργανο του σώματος μπορεί να υποστεί βλάβη, συμπεριλαμβανομένου του εγκεφάλου, της καρδιάς και των νεφρών. Αυτή η βλάβη μπορεί να μην είναι πλήρως αναστρέψιμη, ακόμη και όταν η ανορεξία είναι υπό έλεγχο.

Επιπροσθέτως προς το πλήθος των φυσικών επιπλοκών, τα άτομα με ανορεξία έχουν επίσης συνήθως και άλλες ψυχικές διαταραχές. Αυτές μπορούν να περιλαμβάνουν:

  • Κατάθλιψη
  • Αγχώδεις διαταραχές
  • Διαταραχές της προσωπικότητας
  • Ιδεο-ψυχαναγκαστικές διαταραχές
  • Κατάχρηση ναρκωτικών ή άλλων ψυχοτρόπων φαρμάκων

Θεραπείες και φάρμακα
Όταν έχετε ανορεξία, μπορεί να χρειαστούν διάφοροι τύποι θεραπείας. Αν η ζωή σας είναι σε άμεσο κίνδυνο, μπορεί να χρειαστεί θεραπεία στο τμήμα επειγόντων περιστατικών νοσοκομείου για ζητήματα όπως διαταραχή του καρδιακού ρυθμού, αφυδάτωση, ηλεκτρολυτικές διαταραχές ή ψυχιατρικά προβλήματα.

Ιατρική περίθαλψη
Λόγω των επιπλοκών που προκαλεί η ψυχογενής ανορεξία, μπορεί να χρειαστεί συχνή παρακολούθηση των ζωτικών σημείων, του επιπέδου ενυδάτωσης και των ηλεκτρολυτών. Σε σοβαρές περιπτώσεις, οι άνθρωποι με ανορεξία μπορεί αρχικά να χρειαστούν υποχρεωτική σίτιση με ρινογαστρικό σωλήνα.
Η αποκατάσταση ενός φυσιολογικού βάρους
Ο πρώτος στόχος της θεραπείας είναι να αποκατασταθεί το φυσιολογικό βάρος. Ένας επαγγελματίας ψυχικής υγείας μπορεί να συνεργαστεί μαζί σας για να αναπτύξετε στρατηγικές συμπεριφοράς που θα σας βοηθήσουν να επιστρέψετε σε φυσιολογικό βάρος. Ένας διαιτολόγος μπορεί να προσφέρει καθοδήγηση για μια υγιεινή διατροφή, συμπεριλαμβανομένης της παροχής ειδικών σχημάτων διατροφής και τις απαιτήσεις θερμίδων που θα σας βοηθήσουν να επιτύχετε τους στόχους σας. Η οικογένειά σας θα είναι επίσης πιθανό να εμπλακούν στο να σας βοηθήσουν να διατηρήσετε υγιείς διατροφικές συνήθειες.

Ψυχοθεραπεία
Ατομική θεραπεία. Αυτός ο τύπος θεραπείας μπορεί να σας βοηθήσει να τροποποιήσετε τη συμπεριφορά και τις σκέψεις που συμβάλλουν στην ανορεξία. Μπορείτε να αποκτήσετε καλύτερη αυτοεκτίμηση και να μάθετε θετικούς τρόπους για να αντιμετωπίσετε το άγχος και άλλα έντονα συναισθήματα. Η θεραπεία μπορεί να γίνει σε ειδικά προγράμματα θεραπείας εξωτερικών ασθενών, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να είναι μέρος της θεραπείας σε ένα ψυχιατρικό νοσοκομείο.
Η θεραπεία που βασίζεται στην οικογένεια. Αυτή η θεραπεία ξεκινά με την παραδοχή ότι το άτομο με αυτή τη διατροφική διαταραχή δεν είναι πλέον σε θέση να παίρνει σωστές αποφάσεις σχετικά με την υγεία του και χρειάζεται βοήθεια από την οικογένεια. Ένα σημαντικό μέρος της θεραπείας είναι ότι η οικογένεια υπευθυνοποιείται και συμβάλλει στην εν γένει θεραπεία του ανορεκτικού ασθενούς. Αυτό το είδος της θεραπείας μπορεί να βοηθήσει επίσης στην επίλυση οικογενειακών συγκρούσεων. Η θεραπεία που βασίζεται στην οικογένεια μπορεί να είναι ιδιαίτερα σημαντική για τα παιδιά και εφήβους που πάσχουν από ανορεξία και που εξακολουθούν να ζουν στο σπίτι.
Ομαδική θεραπεία. Αυτό το είδος της θεραπείας σας δίνει δυνατότητα να συνδεθείτε με άλλους που αντιμετωπίζουν διατροφικές διαταραχές. Η ανταλλαγή εμπειριών, βιωμάτων και σκέψεων μεταξύ των μελών της ομάδας, δρα συνήθως ιδιαίτερα θεραπευτικά.

Φάρμακα
Δεν υπάρχουν φάρμακα που έχουν σχεδιαστεί ειδικά για τη θεραπεία της ανορεξίας, επειδή δεν έχουν βρεθεί να λειτουργούν στοχευμένα. Ωστόσο, τα αντικαταθλιπτικά ή άλλα ψυχιατρικά φάρμακα μπορούν να βοηθήσουν στη θεραπεία άλλων ψυχικών διαταραχών, όπως κατάθλιψη ή άγχος.

Νοσηλεία
Στις περιπτώσεις ιατρικών επιπλοκών, ψυχιατρικές καταστάσεις έκτακτης ανάγκης, σοβαρού υποσιτισμού ή συνεχιζόμενης άρνησης σίτισης, μπορεί να χρειαστεί νοσηλεία. Η νοσηλεία μπορεί να είναι σε μια παθολογική ή ψυχιατρική κλινική. Ορισμένες κλινικές ειδικεύονται στην αντιμετώπιση των ατόμων με διατροφικές διαταραχές. Μετά τη λήξη της νοσηλείας, είναι ιδιαίτερα σημαντικό η συνέχιση της θεραπείας και εκπαίδευσης σε θέματα διατροφής για διατήρηση του θεραπευτικού αποτελέσματος.

Η ανορεξία είναι συχνά μια διαρκής, δια βίου μάχη. Αν και τα συμπτώματα μπορεί να υποχωρήσουν, οι ασθενείς θα παραμένουν ευάλωτοι και μπορεί να έχουν μια υποτροπή κατά τη διάρκεια περιόδων υψηλού στρες. Κυριότερη ευθύνη των ίδιων των ασθενών με την βοήθεια των θεραπευτών τους, είναι η αλλαγή τρόπου ζωής και σκέψης.

Αυνανισμός και Υγεία

Αυνανισμός και Υγεία

Ο Αυνανισμός με μια ματιά
Ως Αυνανισμός συνήθως ορίζεται το δικό μας άγγιγμα, στο ίδιο μας το σώμα, συμπεριλαμβανομένων και των σεξουαλικών οργάνων, με σκοπό τη σεξουαλική ευχαρίστηση. Ο Αυνανισμός καταλήγει συχνά σε οργασμό, αλλά όχι πάντα.

  • – Ο αυνανισμός είναι μια κοινή και ασφαλής ενασχόληση με το σεξ.
  • – Ο αυνανισμός μπορεί να έχει πολλά οφέλη για την υγεία.

Για πολλούς από εμάς, ο αυνανισμός είναι ένα θέμα ταμπού. Υπάρχουν πολλοί μύθοι για τον αυνανισμό που μπορούν να μας κάνουν να αισθανόμαστε άβολα συζητώντας γι ‘αυτό. Αυτοί οι μύθοι μπορούν να προκαλέσουν ενοχή, ντροπή και φόβο.
Ας πάρουμε τα γεγονότα από την αρχή. Ο αυνανισμός είναι μια φυσική και κοινή δραστηριότητα τόσο για τις γυναίκες όσο και τους άνδρες. Εδώ είναι μερικές κοινές ερωτήσεις που οι άνθρωποι διατυπώνουν για τον αυνανισμό. Ελπίζουμε να βρείτε τις απαντήσεις χρήσιμες:

Πόσο συχνός είναι ο Αυνανισμός;
Ο αυνανισμός είναι πολύ συχνός. Οι μελέτες δείχνουν ότι περίπου το 70% των ενήλικων ανδρών και πάνω από το 50% των ενηλίκων γυναικών αυνανίζονται. Είναι επίσης πολύ κοινός για τα παιδιά και τους εφήβους.

Πότε οι άνθρωποι αρχίζουν συνήθως αυνανισμό;
Σε οποιαδήποτε στιγμή στη ζωή τους! Πολλά παιδιά αρχίζουν τον αυνανισμό καθώς μεγαλώνουν και εξερευνώντας το σώμα τους καθώς αυτό αλλάζει. Συχνά ανακαλύπτουν από νωρίς ότι αισθάνονται όμορφα όταν αγγίζουν τα γεννητικά όργανά τους. Τα παιδιά συνήθως αρχίζουν τον αυνανισμό αρκετά πριν από την εφηβεία. Τα μικρά παιδιά δεν έχουν σεξουαλικές φαντασιώσεις, αλλά κατά τη διάρκεια της εφηβείας αυτές υπάρχουν ολοένα και πιο πολύπλοκες.
Είναι σημαντικό για τα παιδιά να μάθουν ότι ο αυνανισμός είναι φυσιολογικός, δεν είναι επιβλαβής και δεν θα βλάψει το σώμα τους. Θα πρέπει επίσης να μάθουν να αναζητούν ιδιωτικότητα όταν αυνανίζονται.

Γιατί οι άνθρωποι αυνανίζονται;
Οι συνηθέστεροι λόγοι που οι ενήλικες αυνανίζονται είναι για:

  • – να ανακουφίσουν την σεξουαλική τους ένταση
  • – την επίτευξη σεξουαλικής ευχαρίστησης
  • – να έχουν σεξουαλική ευχαρίστηση και εκτόνωση όταν οι σύντροφοι δεν είναι διαθέσιμοι/ες
  • – χαλάρωση

Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι οι άλλοι αυνανίζονται μόνο όταν δεν έχουν ερωτικό σύντροφο. Αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια. Στην πραγματικότητα, οι άνθρωποι που έχουν μόνιμους/ες συντρόφους είναι περισσότερο πιθανό να αυνανίζονται από τους ανθρώπους χωρίς συντρόφους.

Ποια είναι τα οφέλη του Αυνανισμού;
Ο αυνανισμός μπορεί να είναι καλός για την ψυχική και σωματική υγεία. Οι άνθρωποι που αισθάνονται καλά με το σώμα τους, το φύλο τους, και την πράξη του αυνανισμού, είναι επίσης ψυχικά ισορροπημένοι.
Ο αυνανισμός είναι ένας από τους καλύτερους τρόπους για να μάθουμε για τη σεξουαλικότητά μας. Μπορεί να μας βοηθήσει να εξερευνήσουμε τα μυστικά της σεξουαλικότητας μας, τις ιδιαιτερότητες μας, τον τρόπο που λειτουργεί καλύτερα το σώμα μας στον σεξουαλικό τομέα της ευχαρίστησης και με αυτόν τον τρόπο να καθοδηγούμε τον/την σύντροφο μας, κατά την διάρκεια της σεξουαλικής πράξης.
Όταν ξέρετε τι θέλετε στο σεξ, τότε και η σεξουαλική σας ζωή αποκτά άλλη ποιότητα. Με δεδομένο ότι υπάρχει σεξουαλικός σύντροφος, στον/στην οποίο/α έχετε εμπιστοσύνη, μπορείτε να του/της μεταδώσετε την γνώση σας για το σώμα σας και αυτό να οδηγήσει σε πραγματικά επιτυχημένες σεξουαλικές συνευρέσεις.
Ο αυνανισμός μπορεί να βελτιώσει εν τέλει την σωματική, ψυχική και σεξουαλική υγεία μας και την υγεία της σεξουαλικής μας  σχέσης. Εν κατακλείδι ο αυνανισμός μπορεί:

  • – να προκαλέσει μια αίσθηση ευδαιμονίας
  • – να ενισχύσει την αυτοπεποίθηση στην συνεύρεση με τον/την σύντροφο, σωματικά και συναισθηματικά
  • – να βοηθήσει τους ανθρώπους να μάθουν πώς τους αρέσει να διεγείρονται σεξουαλικά
  • – να βοηθήσει τους ανθρώπους να βελτιώσουν την ικανότητα τους να έχουν οργασμούς
  • – να βοηθήσει τους ανθρώπους να βελτιώσουν τη σχέση τους και τη σεξουαλική ικανοποίηση μέσα στα πλαίσια της σχέσης
  • – να βοηθήσει τους ανθρώπους να βελτιώσουν την ποιότητα του ύπνου
  • – να οδηγήσει στην αύξηση της αυτοεκτίμησης και στη βελτίωση της εικόνας του σώματος
  • – να προσφέρει σεξουαλική ικανοποίηση για τους ανθρώπους χωρίς εταίρους, συμπεριλαμβανομένων των ηλικιωμένων
  • – να προσφέρει σεξουαλική ικανοποίηση για τους ανθρώπους που επιλέγουν να απέχουν από την σεξουαλική συνεύρεση με ένα άλλο πρόσωπο
  • – να παρέχει τρόπους θεραπείας σε σεξουαλική δυσλειτουργία
  • – να μειώσει το στρες
  • – να οδηγήσει στην εκτόνωση της σεξουαλικής έντασης

Υπάρχουν κίνδυνοι στον Αυνανισμό;
Δεν υπάρχουν κίνδυνοι για την υγεία στον αυνανισμό. Αν ανησυχείτε ότι αυνανίζεστε πάρα πολύ συχνά, αναρωτηθείτε αν ο Αυνανισμός επηρεάζει την καθημερινή λειτουργικότητα σας. Αν η επιθυμία σας να αυνανιστείτε επηρεάζει συστηματικά την εργασία σας, τις ευθύνες σας, ή την κοινωνική ζωή σας, μπορεί να πρέπει να μιλήσετε με έναν θεραπευτή.

Αυνανισμός και ντροπή.
Πολλοί άνθρωποι αισθάνονται ντροπή ή ενοχή για τον αυνανισμό. Οι άνθρωποι που λαμβάνουν αρνητικά μηνύματα για τον αυνανισμό όταν είναι μικρά παιδιά και έφηβοι, μεταφέρουν συχνά τα συναισθήματα ντροπής και στην ενήλικη τους ζωή. Περίπου το 50% των γυναικών και το 50% των ανδρών που αυνανίζονται, αισθάνονται ένοχοι γι ‘αυτό.
Τα αρνητικά συναισθήματα και οι δοξασίες για τον αυνανισμό μπορούν να απειλήσουν την ψυχική υγεία μας. Μόνο εσείς μπορείτε να αποφασίσετε τι είναι υγιεινό και κατάλληλο για εσάς. Αλλά εάν αισθάνεστε ντροπή ή ενοχές για τον αυνανισμό, μπορείτε και πρέπει να αποταθείτε σε έναν ειδικό, που θα σας λύσει τις απορίες σας.

Ποιοι είναι μερικά κοινοί μύθοι για τον αυνανισμό;
Υπάρχουν πολλοί μύθοι και δοξασίες για τον αυνανισμό. Μπορεί να έχετε ακούσει ότι αυτός είναι επιβλαβής ή οδηγεί σε μόνιμες βλάβες, τόσο στην σωματική, όσο και στην ψυχική υγεία. Πάντως σίγουρα ο αυνανισμός:

  • – ΔΕΝ οδηγεί σε τύφλωση
  • – ΔΕΝ προκαλεί συρρίκνωση στα γεννητικά όργανα ή άλλες αλλαγές στην εξωτερική τους εμφάνιση, το χρώμα, την υφή κλπ. το χρώμα, την υφή, ή την εμφάνιση
  • – ΔΕΝ ανακόπτει την ανάπτυξη
  • – ΔΕΝ προκαλεί στειρότητα – οι άνδρες και τα αγόρια δεν θα ξεμείνουν από σπέρμα
  • – ΔΕΝ είναι εθιστικός
  • – ΔΕΝ μπορεί να προκαλέσει τραυματισμό ή βλάβη υπό φυσιολογικές συνθήκες
  • – ΔΕΝ οδηγεί σε ψυχική ασθένεια
  • – ΔΕΝ σας κάνει ομοφυλόφιλο!..